Προσφορά!

Κυπριακά Μοναστήρια από τον 4ο-21ο αιώνα ΤΟΜΟΣ Α

15.0050.00

Κωδικός προϊόντος: Μ/Δ Κατηγορία:

Περιγραφή

ΙΕΡΑ   ΜΟΝΗ   ΑΓΙΟΥ   ΙΩΑΝΝΗ   ΤΟΥ   ΠΙΠΗ

Ένα  από  τα  σημαντικότερα  παλιά  μοναστήρια  της  Κύπρου,  του  οποίου οι  ρίζες  ακουμπούν  στη  Μεσοβυζαντινή  κυπριακή  περίοδο,  ήταν  εκείνο  του  Αγίου  Ιωάννη  του  καλούμενου  «Πίπη»,  το οποίο  βρισκόταν  σε  χώρο  του  προαυλίου  της   Αρχιεπισκοπής  κι  είχε  ως  Καθολικό,  το  σημερινό  ιερό  ναό  του  Αγίου  Ιωάννη  του  Θεολόγου.

Η  λέξη  «Πίπης»  που  δόθηκε  ως  προσώνυμο  στο  άλλοτε  μοναστήρι,  αποτελεί  παραφθορά  της   αραβικής  λέξης  «χαπίπη»,  που    σημαίνει  αγαπημένος.  ‘Οπως  είναι  γνωστό,  ο  Άγιος  Ιωάννης  ο  Ευαγγελιστής,  αναφέρεται  ως  ο  αγαπημένος  μαθητής  του  Κυρίου  και  πολύ  πιθανόν,  από  αυτή  τη  λέξη  να  προέρχεται  και  το  προσώνυμο  της  ανύπαρκτης  πια   Μονής. Mια  άλλη  εκδοχή  για  το  επώνυμο  είναι  πως  το  μοναστήρι  δημιουργήθηκε  από  κάποιο  Σύριο  χριστιανό  που  ονομαζόταν  Πίπης.  Μια  από  τις  πρώτες αναφορές  για  το  συγκεκριμένο  μοναστήρι, γίνεται  σε  χειρόγραφο  βιβλίο  που  γράφτηκε   το  1345.  Σε  αυτό  γνωστοποιείται  και  το   όνομα  του  ηγούμενου  του  μοναστηριού  μοναχού  Βλάσιου.  Διαβάζουμε  στο  χειρόγραφο:

«+  Ετελειώθη  η  παρούσα  βίβλος  μηνί  σεπτεμβρίω  ιγ΄ ινδικτιώνος  έτους  (1345)  επί  ιερομονάχου   βλασίου  και  δικαίω  μονής  του  πίπη  του  επικεκλημένου  του  αγίου  ενδόξου  πανευφήμου  αποστόλου  και  ευαγγελιστού  ηγαπημένου  επιστηθίου  παρθένου  ιωάννου  του  θεολόγου,  γραφείσα  δια  χειρός  εμού  ιερομονάχου  αγάθωνος….»

Σε  παρισινό  κώδικα  (με  αριθμό  1589)  ο  οποίος  ετοιμάστηκε  το  1389   το  μοναστήρι  του  Αγίου  Ιωάννη  του  Πίπη,  χαρακτηρίζεται  σαν  το «Μέγα  Μοναστήρι».   Πιθανόν  το  μοναστήρι  να  αποτελούσε  κτίσμα  παλαιότερων  χρόνων,  αν  ληφθεί  υπόψη  μια  σφραγίδα  του,  που  υπάρχει  σε  χειρόγραφα  του  11ου   και  12ου αιώνα,  όπως  εκείνα  του «Paris  Graec»  με  αριθμούς  184  και  957.

Με  βάση  τις  πιο  πάνω  μαρτυρίες,  συμπεραίνεται  πως  το  μοναστήρι  ανήκε  στους  Ορθοδόξους  κι  όχι  στους  Βενεδικτίνους,  όπως  το  παρουσιάζουν  κάποιοι  συγγραφείς.  Φυσικά  δε  μπορεί  να  αποκλειστεί  η  πιθανότητα  το  μοναστήρι  να  χρησιμοποιήθηκε  για  κάποια  περίοδο  κι  από  το  Τάγμα  των  Βενεδικτίνων,  οι  οποίοι  ήρθαν  στο  νησί  στα  χρόνια  της  φραγκοκρατίας  μαζί  με  άλλα  Τάγματα  Καθολικών  και  δημιούργησαν  λατινικά  μοναστήρια,  με απώτερο  στόχο  την  εκλατίνιση   των  Ορθόδοξων  κατοίκων  του  νησιού.  Το  μοναστήρι  του  Αγίου  Ιωάννη  του  Πίπη,  στα  τέλη  του  15ου αιώνα,  είχε  εισόδημα  γύρω  στα  τετρακόσια  δουκάτα  και  πλήρωνε  ετήσιο  φόρο  εβδομήντα  έξι  χρυσά  φλωρίνια.

Αναφορές  ότι  το  μοναστήρι  ανήκε  στους  Ορθόδοξους  γίνονται  και   στα  χρόνια  της  τουρκοκρατίας.  Μετά  το  1592  ηγούμενος  του  μοναστηριού  έγινε  ο  Κύπριος  λόγιος  Λεόντιος  Ευστράτιος,  που  καταγόταν  από  το  χωριό  Κοιλάνι.  Ο  Νεόφυτος  Ροδινός  έγραψε  για  τον  ηγούμενο  Λεόντιο:

«Λεόντιος  Ευστράτιος  από  το  Κοιλάνι, ιερομόναχος, σοφός  άνθρωπος  διδακτής,  καλοπίχερος,  διδάσκαλος  μου,  επέθανεν  εις  το  Μοναστήριον  του  Πίπη,  ώντας  ηγούμενος  εις  αυτό,  ήτο  λένε  (35)  χρόνων,  όταν  ήλλαξεν  ετούτην  την  ζωήν.  Ευρίσκονται  κάποιες  επιστολαίς  δικαίς  του  τυπωμένες».

Ο  Λεόντιος,  ο  οποίος  γεννήθηκε  το  1565  ή  το  1566,  ευτύχησε  να  αποκτήσει  σοβαρή  μόρφωση  στο  εξωτερικό.  Αρχικά  σπούδασε  στην  Κωνσταντινούπολη  και  στη  Θεσσαλονίκη  κι  αργότερα  στο  πανεπιστήμιο  της  Πάδουας  στη  Βενετία.  Μετά  το  πέρας  των  σπουδών  του,  ασπάστηκε  τη  μοναχική  ζωή,  ενώ  παράλληλα  δίδασκε  και  τα  ελληνικά  γράμματα  στα  νησιά  του  Ιονίου  Κέρκυρα  και  Ζάκυνθο.  Σε  συστατική  επιστολή,  για  το  Λεόντιο Ευστράτιο,  ο  Μαρτίνος  Κρούσιος  από  τη  Τυβίγγη  επαινεί  τη  μετριοφροσύνη  του  Κύπριου  μοναχού  και  σημειώνει  ότι  κανένας  από  τους  Έλληνες  επισκέπτες,  τους  οποίους  δέχτηκε  μέχρι  τότε  στην  Τυβίγγη,  δεν  γνώριζε  τόσο  καλά  την  αρχαία  ελληνική  γλώσσα  όσο  ο  Λεόντιος.

Ο  Λεόντιος  Ευστράτιος  διετέλεσε  και  διευθυντής  της  Σχολής,  η  οποία  λειτουργούσε  στο  μοναστήρι  του  Αγίου  Ιωάννη  του  Πίπη.  Ο  Αρχιεπίσκοπος  Αθηνών  μακαριστός  Χρυσόστομος  Παπαδόπουλος  στο  βιβλίο  του  «Η  Εκκλησία της  Κύπρου  επί  τουρκοκρατίας (1571 – 1878)» σημειώνει  πως  στη  Σχολή  αυτή,  ο  Λεόντιος  «δραστηρίως  ειργάσθη  επί  εννέα  περίπου  έτη  (1592 – 1602)» καθώς   «και  λαμπρώς  ειργάσθη  προς  αναγέννησιν  των  ελληνικών  γραμμάτων  εν  τη  πατρίδι  αυτού  μετά  την  τουρκικήν  κατάκτησιν».  Μετά  τον  ηγούμενο  Λεόντιο,  τη  διεύθυνση  της  Σχολής  ανέλαβε  ο  ιερομόναχος  Ματθαίος  Γαλατιανός.  Ηγούμενος  στον  Άγιο  Ιωάννη  τον  Πίπη  διετέλεσε  και  ο  μοναχός  Βλάσιος.

Ο  Νεοκλής  Κυριαζής  στο  βιβλίο  του  τα  «Μοναστήρια  εν  Κύπρω»,  κάνει  μια  πολύ  ενδιαφέρονυσα  όσο  κι  αξιοπερίεργη  αναφορά,  σημειώνοτας  –  χωρίς  οποιεσδήποτε  επιπρόσθετες  λεπτομέρειες –  πως  μέσα  στην  εκκλησία  του  Αγίου  Ιωάννη  του  Πίπη φυλασσόταν  μεταξύ  άλλων  κειμηλίων  κι  ένα  από  τα  δάκτυλα  του  Αγίου  Ιωάννη  του  Βαπτιστή,  το  οποίο  όμως, σύμφωνα  με  τον  ίδιο,  εξαφανίστηκε.

Το  έτος  1662,  όταν  Αρχιεπίσκοπος  Κύπρου  ήταν  ο  Νικηφόρος,  στο  μοναστήρι  του  Πίπη  θεμελιώθηκε  νέος  ναός  του  Αγίου  Ιωάννη.  Είναι  ο  ίδιος  που  χρησιμοποιείται  σήμερα  ως  Καθεδρικός  ναός  της  Ιεράς  Αρχιεπισκοπής  Κύπρου.

Γύρω  στο  1670  παρουσιάστηκε  ένας  μεγάλος  ευεργέτης  της  Μονής,  ο  Κύπριος  Γεώργιος  Βραχίμης  που  ήταν  μόνιμα  εγκατεστημένος  στη  Βενετία.  Σύμφωνα  με  τον  ιστορικό  Αρχιμανδρίτη  Κυπριανό,  ο  Βραχίμης  κατέθεσε  στην  κρατική  τράπεζα  της  Βενετίας  ένα  σημαντικό  χρηματικό  ποσό,  από  τους  τόκους  του  οποίου  αποστελλόταν  βοήθεια  στα  κυπριακά  μοναστήρια  Παναγία  του  Κύκκου,  Αγία  Νάπα  και  Άγιος  Ιωάννης  του  Πίπη.

Σύμφωνα  με  επιγραφή  που  βρίσκεται  στο  κάτω  μέρος  μιας  εικόνας  του  Αγίου  Ιωάννη  του  Θεολόγου,  αυτή  κατασκευάστηκε  με  έξοδα  του  Βραχίμη,  από  τον  τότε  διακεκριμμένο  Κρητικό  ζωγράφο  Θεόδωρο  Πουλάκη.  Η επιγραφή  έχει  ως    ακολούθως:  «Γέγονεν  εν  τη  κλεινή  Βενετία  κατά  το  αχοβ (1672)  Ιάνου  (κ) κόπος  και  σπουδή  Θεοδώρου  Πουλάκη».

Η  Μονή  του  Αγίου  Ιωάννη  του  Πίπη  τερμάτισε  τη  λειτουργία  της  στα  χρόνια  της  τουρκοκρατίας,  ίσως στις  αρχές  του  18ου αιώνα.  Τα  δωμάτια  της  Μονής  χρησιμοποιήθηκαν  ως  αρχιεπισκοπικό  μέγαρο  και  το  1720  έτυχαν  ανακαίνισης  από  τον  Αρχιεπίσκοπο  Σίλβεστρο.  Αρκετοί  χώροι  της  άλλοτε  Μονής,  διατηρούνται  μέχρι  σήμερα  σε  πολύ  καλή  κατάσταση  και  χρησιμοποιούνται  ως  Μουσεία  ή  ως  αίθουσες  στέγασης  κυπριακών  πνευματικών  σωματείων.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Επιπλέον πληροφορίες

ΤΟΜΟΙ

ΣΥΛΛΟΓΗ, ΤΟΜΟΣ Α, ΤΟΜΟΣ Β, ΤΟΜΟΣ Γ, ΤΟΜΟΣ Δ