Το Τσέρι δημιουργήθηκε κατὰ την Ύστερη Περίοδο της Τουρκοκρατίας και πιστεύεται ότι, η ηλικία του δεν είναι μεγαλύτερη των τριών αιώνων. Οι πρώτοι κάτοικοί του προέρχονταν απὸ διαλυμένους γειτονικοὺς οικισμούς, καθὼς και από χωριὰ της ψηλότερης Περιφέρειας Ορεινής. Ασχολούνταν κυρίως με γεωργικὲς και κτηνοτροφικὲς εργασίες και ήταν προσηλωμένοι στα ιδανικὰ της πίστης και της πατρίδας.
Ανάμεσα στα πρώτα μελήματα των κατοίκων ήταν το κτίσιμο ναού γιὰ τὴν τέλεση των θρησκευτικῶν τους καθηκόντων. Σε ένα μικρὸ χώρο, στον πυρήνα του χωριού, κάπου εκεί που παλαιότερα βρίσκονταν τα σπίτια της οικογένειας Ζαβρού, κτίστηκε ένα μικρὸ και φτωχικὸ εκκλησάκι, το οποίο, όπως ανέφεραν ηλικιωμένοι κάτοικοι που δεν βρίσκονται πια στη ζωή, ήταν αφιερωμένο στην Θεοπρομήτορα Αγία Άννα.
Σύντομα, το Τσέρι μεγάλωσε και δημιουργήθηκε η ανάγκη, ανέγερσης ενὸς νέου, πιο ευρύχωρου ναού. Για το σκοπὸ αυτό, ἐπιλέγηκε το κέντρο του χωριού, όπου οι θεοσεβείς κάτοικοι οικοδόμησαν εκκλησία, την οποίαν αυτὴ τη φορά, αφιέρωσαν στους Αγίους Ανδρόνικο και Αθανασία. Δεν είναι γνωστοὶ οι λόγοι για τους οποίους, οι πρόγονοί μας, επέλεξαν να αφιερώσουν το εκκλησιαστικὸ κτίσμα στο ζεύγος των πολιτών της ερήμου. Ήθελαν να δείξουν την εκτίμησή τους στο ευλογημένο ανδρόγυνο, ήθελαν να βρίσκονται μόνιμα κάτω από την προστασία του προστάτη και θεραπευτὴ του σωματικού και ψυχικού πόνου, να παραδειγματίζονται από τον ενάρετο και φιλόπονο βίο των Αγίων; Ίσως να ήταν ένας από τους λόγους, ίσως και όλοι μαζί.
Η νεοδημιούργητη κοινότητα Τσερίου, έχοντας το πλεονέκτημα, της πολὺ μικρής απόστασης από την πρωτεύουσα, γνώριζε συνεχή πληθυσμιακὴ άνοδο, με αποτέλεσμα, σε σύντομο χρονικὸ διάστημα και ο νεότερος ναός, να μην μπορεί να καλύψει τις ανάγκες των πιστών.
Εκκλησιαστικά, η κοινότητα υπάγεται στη Μητροπολιτική Περιφέρεια Ταμασού και Ορεινής.
«Το Τσέριν εν καλὸν χωρκὸν
μα ‘σσσιει ομπρὸς παμπούλιν
τζιαι Άγιον Αντρόνικον
που τον δοξάζουν ούλλοι.»
(λαϊκὸ τετράστιχο)