Στα βόρεια της επαρχίας Λεμεσού και σε απόσταση περίπου σαράντα χιλιομέτρων από την πόλη, βρίσκεται η γραφική κοινότητα Αρακαπάς. Στην ανατολική της άκρη, κοντά στο δρόμο που την συνδέει με την γειτονική κοινότητα Εφταγώνια, είναι κτισμένη μικρή εκκλησία, αφιερωμένη στην Παναγία την επονομαζόμενη Ιαματική. Ιαματική η Μητέρα του Θεού, γιατί ιάται (θεραπεύει) τις αρρώστιες, όσων με πίστη και θέρμη καρδίας καταφεύγουν στη Χάρη Της, ή επικαλούνται το Πανάγιο όνομά Της. Το Παρθενομητορικό επώνυμο «Ιαματική», οι Ελληνοκύπριοι το παρέφθειραν, με αποτέλεσμα, συχνά, η Μητέρα του Θεού να προσωνυμιάζεται «Αμματιτζή». Το συγκεκριμένο προσωνύμιο δεν σχετίζεται με το μάτι (στην κυπριακή τοπολαλιά αμμάτιν), αλλά όπως προαναφέρθηκε, αποτελεί παραφθορά του επωνύμιου Ιαματική. Άλλωστε, η Παναγία στον Αρακαπά, θεωρείται από τους πιστούς ως θαυματουργή των αιμορραγικών και όχι των οφθαλμικών παθήσεων.
Ο ναός της Παναγίας αποτελεί κτίσμα, των περασμένων αιώνων – πιθανόν του 15ου αιώνα – και δεν διατηρεί την αρχική του μορφή, αφού μετασκευάστηκε σε μεταγενέστερα χρόνια. Είναι κτισμένος με ακανόνιστου σχήματος ηφαιστιογενείς πέτρες, φέρει αμφικλινή, κεραμιδοσκεπή ξύλινη στέγη και είναι χωρισμένος σε τρία κλίτη. Τα κλίτη χωρίζονται με κολόνες, που δημιουργούν τρία οξυκόρυφα τόξα σε κάθε πλευρά, δεξιά και αριστερά του κεντρικού κλίτους. Οι εξωτερικοί τοίχοι όσο και η αψίδα του, αποτελούν κτίσμα του 18ου αιώνα, πράγμα που μαρτυρείται από επιγραφή, η οποία φαίνεται κάτω από ημικαταστρεμμένη τοιχογραφία αγίου: «1727 αυγούστου 28. Αρχηνήθην ο παρόν ναός θίος και ιερός υπό συνεργίας και πολλής σπουδής Γεωργίου και των τέκνων αυτού». (Η ορθογραφία τηρείται.) Στο εσωτερικό του ναού υπάρχουν τοιχογραφίες με παραστάσεις αγίων και αγγέλων, υμνογράφων και ευαγγελιστών. Πρόκειται για αξιόλογες τοιχογραφίες, οι οποίες εντυπωσιάζουν με τα ζωηρά τους χρώματα, παρά τις ζημιές που υπέστησαν από τον φθοροποιό χρόνο.
Ο Αρχιμανδρίτης της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κυπριανός, στο βιβλίο του για την Ιστορία της Κύπρου, που εκδόθηκε για πρώτη φορά στην Ενετία, το 1788*, αναφέρει ότι, η Παναγία Ιαματική ήταν ένα από τα μοναστήρια του κιτιακού Θρόνου το οποίο λειτουργούσε κατά την περίοδο της συγγραφής του έργου του. Παρόλο που δεν διασώθηκαν οποιεσδήποτε άλλες ιστορικές μαρτυρίες γύρω από τη διαλυμένη πια Μονή, πιστεύεται πως, υπήρξε και λειτούργησε για μια περίοδο, γιατί ο Αρχιμανδρίτης Κυπριανός, ήταν καλός γνώστης της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής ζωής του νησιού και ήταν σίγουρος για τη συμπερίληψη της «Ιαματικής» στον κατάλογο των κυπριακών μοναστηριών, τον οποίο δημοσίευσε στο πιο πάνω αναφερόμενο βιβλίο του.
Αναφορά της εκκλησίας του χωριού Αρακαπά, γίνεται και από τον Άγγλο ερευνητήRubert Gunnis, στο βιβλίο του «Historic Cyprus – the villages, castles, andmonasteries», το οποίο κυκλοφόρησε το 1936, στο Λονδίνο*. Σημειώνει ανάμεσα σε άλλα ο συγγραφέας: «Στο χωριό Αρακαπάς, σώζονται τα ερείπια ενός σημαντικού ναού. Το αρχικό κτίσμα, ήταν τρίκλιτος ναός, αλλά αργότερα σε κάποια περίοδο, ερειπώθηκε. Το έτος 1727 ανακαινίστηκε με το κτίσιμο νέας αψίδας, νέων τοίχων στη βόρεια και νότια πλευρά και την κάλυψη της οροφής με μεγάλη αμφικλινή στέγη. Το μόνο που διασώθηκε από το πρώτο κτίσιμο του ναού, είναι μια αψίδα στην άκρη της δυτικής πλευράς, καθώς οι κολόνες και οι αψίδες που χώριζαν τα τρία κλίτη. Τα διασωθέντα τεμάχια του οικοδομήματος, φανερώνουν τη μεγαλοπρέπεια που παρουσίαζε ο ναός πριν την ερείπωσή του. Οι αψίδες κοσμούνται με τοιχογραφίες αγίων και αγγέλων, καθώς και με ζωγραφικές παραστάσεις από το φυτικό κόσμο. Η κυριότερη των παραστάσεων είναι ένα δάφνινο στεφάνι περιτυλιγμένο με κορδέλες. Αξιοσημείωτη, κρίνεται η αναφορά του Gunnis, ότι, μέσα στο ναό παραμένουν οι ρίζες ενός απέραντου δέντρου, από το οποίο οι χωρικοί προμηθεύτηκαν όλη την ξυλεία για την ανοικοδόμηση του ναού. Όμως, εκείνο που προκαλεί εντύπωση, είναι η αναφορά του ερευνητή στην εύρεση σπάνιας εικόνας της Παναγίας με το Θείο Βρέφος, σε δωμάτιο στη νότια πλευρά του ναού. Η εικόνα που χαρακτηρίζεται ως σπάνια, δεν είναι ζωγραφισμένη σε ξύλο ή καμβά, αλλά πάνω σε δέρμα. Πιστεύεται πως, η αγιογράφηση της εικόνας έγινε κατά τον 16ο αιώνα.»
Δίπλα από το ναό της Παναγίας υπάρχει πηγή, η οποία πιστεύεται ότι θεραπεύει τις αιμορραγίες. Γι’ αυτό, αρκετά πρόσωπα που υποφέρουν από αιμορραγίες, όταν επισκεφθούν το Αγίασμα της Ιαματικής, συνηθίζουν να αλείφουν το σώμα τους με νερό, ακόμα και να λούζονται με αυτό, πιστεύοντας έτσι, ότι θα θεραπευτούν. Ο ναός της Παναγίας Ιαματικής τιμάται στο «Γενέσιον της Θεοτόκου», το οποίον η Εκκλησία μας εορτάζει στις 8 Σεπτεμβρίου. Τις εορτάσιμες μέρες του Γενεθλίου της Μητέρας του Κόσμου, στον Αρακαπά, γίνεται μια από τις μεγαλύτερες κυπριακές εμποροπανηγύρεις, στην οποίαν προστρέχουν χιλιάδες χριστιανοί πιστοί από διάφορα μέρη του νησιού. Άξιο αναφοράς, είναι το ακόλουθο περιστατικό, που συνέβηκε στον Αρακαπά, κατά τη μέρα εορτής της Παναγίας, στις 8 Σεπτεμβρίου στις αρχές της δεκαετίας του 1960*. Ανάμεσα στο πλήθος των πιστών που έφτασαν στον Αρακαπά για την εορτή της Προστασίας των Αδυνάτων, συμπεριλαμβάνονταν και αρκετοί κάτοικοι της κοινότητας Τσερίου. Ένας από αυτούς, ήταν και ο μακαριστός Πολυδεύκης Χριστοδούλου, ηλικίας τότε, περίπου πενήντα χρόνων. Με την άφιξη του αγροτικού λεωφορείου, από το Τσέρι στον Αρακαπά, ο Πολυδεύκης έπαθε στομαχική αιμορραγία και η κατάσταση της υγείας του θεωρήθηκε πολύ σοβαρή. Οι συγχωριανοί του, χωρίς καθυστέρηση, τον μετέφεραν στο Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού, όπου οι γιατροί αξιολόγησαν την κατάσταση του ως κρίσιμη και μεταδιδόταν πως, σύντομα θα επερχόταν το μοιραίο. Ο ασθενής υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση και παρέμεινε στο Νοσοκομείο για ικανό χρονικό διάστημα. Όχι μόνο δεν επήλθε το μοιραίο, αλλά ο άνθρωπος αξιώθηκε να ζήσει ακόμα πενήντα πέντε χρόνια και να αποβιώσει στην ηλικία των εκατόν πέντε χρονών. Το τάμα του προς την Παναγία δεν το ξεχνούσε ποτέ. Κάθε χρόνο, τη μέρα εορτής του Γενεθλίου της Θεοτόκου, έβρισκε τρόπο και μετέβαινε στη Χάρη Της, στον Αρακαπά.
1. Κυπριανός Αρχιμανδρίτης, Ιστορία Χρονολογική της νήσου Κύπρου, (επανέκδοση, Λευκωσία, 1971, σελ. 178.)
2. Rubert Gunnis, «Historic Cyprus – the villages, castles, and monasteries», Λονδίνο, 1936. (σελίδες 173 – 174).
3. Παπαγεωργίου Κώστας, Η Παναγία της Κύπρου – η δική μας Παναγιά, Κύπρος, 2008, (σελ. 44.)